Χριστόφορος Βερναρδάκης*
Το «επιτελικό ιδιωτικό κράτος» της Ν.Δ.
Η κυβέρνηση της Ν.Δ. παρουσίασε πριν από λίγες μέρες το Νόμο 4622/2019 (ΦΕΚ A’ 133/07.08.2019) Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης».
Πριν δούμε τι «κάνει» η κυβέρνηση με αυτόν τον νόμο, πρέπει να δούμε τι ΔΕΝ «κάνει»:
● Δεν ασχολείται ούτε ενδιαφέρεται για «αποκομματικοποίηση» του κράτους και της διοίκησης. Αν την ενδιέφερε κάτι τέτοιο θα κρατούσε την εμβληματική πολιτική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για τη σύσταση του Μητρώου Επιτελικών Στελεχών της Διοίκησης (που αριθμεί ήδη 3.000 στελέχη υψηλών προσόντων), σκοπός του οποίου ήταν η στελέχωση όλων των θέσεων ευθύνης του Δημοσίου με κριτήρια τη διαφάνεια, τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, την επαγγελματική εμπειρία, και θα κρατούσε βεβαίως το ανεξάρτητο τύποις και ουσία ΕΣΕΔ (Εθνικό Συμβούλιο Επιλογής Διοικήσεων). Προφανώς, επίσης, θα επιτάχυνε τις διαδικασίες εφαρμογής του Μητρώου, διαδικασίες που πράγματι καθυστέρησαν και με τη δική μας κυβέρνηση.
● Δεν συγκροτεί κανένα «κράτος Μητσοτάκη», όπως μια βιαστική κριτική θέλει να προσάψει. Το «επιτελικό κράτος» της Ν.Δ. δεν αποσκοπεί σε μια προσωποκεντρική διοίκηση. Αποτελεί μια βαθιά οπισθοδρομική τομή για τη διοίκηση, από την οποία στερεί αρμοδιότητες και πεδία άσκησης πολιτικής, αλλοιώνει τη σύνθεση του ανθρώπινου δυναμικού της και μεταφέρει εξουσία και αποφάσεις έξω από τη σφαίρα του ελέγχου της. Το «επιτελικό κράτος» υποβαθμίζει τη δημόσια διοίκηση στο σύνολό της, τη σπρώχνει στην απαξία και την αδράνεια.
● Δεν την ενδιαφέρει κανένας «εξορθολογισμός» και καμία αποτελεσματικότητα της λειτουργίας του Δημοσίου. Το «επιτελικό κράτος» συγκροτείται ακριβώς για να αφήσει «χώρο» στην ιδιωτικοποίηση δημόσιων λειτουργιών. Το «επιτελικό κράτος» είναι μια «στιγμή» στην οικονομική στρατηγική της Ν.Δ.
Τι «κάνει» λοιπόν αυτή η πολιτική:
● Εμβαθύνει την κεντρική ιδέα του νεοφιλελευθερισμού για τη δημόσια διοίκηση. Διαχωρίζει τον σχεδιασμό της (διοικητικής) πολιτικής από την εφαρμογή της και την εφαρμογή της από τον έλεγχο. Κατατέμνει και θεσμικά πλέον τη διοικητική ύλη, αποδίδοντας τον σχεδιασμό και τη στρατηγική ευθύνη στην Αυτοτελή Υπηρεσία «Προεδρία της Κυβέρνησης», η οποία διαρθρώνεται τυπικά και ουσιαστικά ως υπερυπουργείο (περιλαμβάνει 6 Γενικές Γραμματείες, 440 οργανικές θέσεις και την εποπτεία της ΕΥΠ, του Εθνικού Τυπογραφείου, της ΕΡΤ και του ΑΠΕ).
Στην υπόλοιπη κεντρική διοίκηση των υπουργείων αφήνεται ένα μέρος της εφαρμογής και μόνον της πολιτικής. Ο έλεγχος έτσι κι αλλιώς ανατίθεται σε νέα Ανεξάρτητη Αρχή (κομβική ιδέα επίσης του νεοφιλελευθερισμού, να αποδίδονται κρίσιμες λειτουργίες του κράτους σε ανεξέλεγκτα από τον πολιτικό έλεγχο διοικητικά υβρίδια).
● Προχωρά ένα βήμα παραπέρα την ιδέα της ιδιωτικοποίησης, «ιδιωτικοποιώντας» πλέον ένα σημαντικό μέρος του ανθρώπινου δυναμικού της δημόσιας διοίκησης. Στην Προεδρία της Κυβέρνησης, την «καρδιά» του «επιτελικού κράτους», θα υπηρετούν 110 μετακλητοί υπάλληλοι σε οργανικές θέσεις, σε σύνολο 440. Με άλλα λόγια, το 23% θα προέρχεται εκτός δημοσίου τομέα, αφήνοντας ανοικτά μια σειρά ζητημάτων υπαγωγής και λογοδοσίας των συγκεκριμένων υπαλλήλων.
Από τη σκοπιά της «ιδιωτικοποίησης» του ανθρώπινου δυναμικού πρέπει να ιδωθεί γενικότερα η έκρηξη του αριθμού των μετακλητών υπαλλήλων μόνον στην κυβέρνηση, που ξεπερνά αυτήν τη στιγμή τα 700 άτομα. Στον αριθμό αυτόν θα πρέπει να προστεθούν και οι μετακλητοί σε επικεφαλής οργανισμών και Νομικών Προσώπων Δημοσίου και Ιδιωτικού Δικαίου. Στην ουσία είμαστε μπροστά σε μια πολύ σοβαρή επιχείρηση παράκαμψης της δημοσιοϋπαλληλίας και των αρμοδιοτήτων της.
● Αντιφάσκει η πολιτική του «επιτελικού κράτους» με τις διακηρύξεις της Ν.Δ. για μείωση του μισθολογικού κόστους του Δημοσίου και εφαρμογή του 1:5 στο Δημόσιο; Οχι μόνον δεν αντιφάσκει, αλλά βρίσκεται σε απόλυτη συνέπεια.
Γιατί το «επιτελικό κράτος» (δηλαδή η «Προεδρία της Κυβέρνησης») τραβώντας επάνω του αρμοδιότητες από τα επιμέρους υπουργεία θα μπορεί πολύ ευκολότερα να απορροφήσει κραδασμούς από την εφαρμογή τού 1:5. Στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης, όπως μπορεί κανείς να διαβάσει πίσω από τις γραμμές του «επιτελικού κράτους», είναι τα επόμενα χρόνια να μην προχωρήσει σε καμία πρόσληψη στο Δημόσιο πέραν των οριακά απαραιτήτων.
Κάθε δομή του Δημοσίου που θα «κλείνει» ή θα αδυνατεί να λειτουργήσει θα αποτελεί και μια ευκαιρία για τον ιδιωτικό τομέα. Ακόμη χειρότερα, θα μπορεί να καταργήσει δομές επιμέρους υπουργείων λόγω μεταφοράς αρμοδιοτήτων στην «Προεδρία της Κυβέρνησης» (Διευθύνσεις, Τμήματα, ακόμα και Γενικές Διευθύνσεις) και άρα θα μπορεί ακόμη και να θέσει θέμα απολύσεων στον δημόσιο τομέα (όταν καταργείται η οργανική θέση δεν τίθεται θέμα μονιμότητας).
Για τη δημόσια διοίκηση και τους εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα ανοίγει μια δύσκολη περίοδος. Υπάρχουν όμως πολλές δυνάμεις, πλέον, που μπορούν να αποτρέψουν μια καταστροφική διαδικασία και να συγκροτήσουν ένα δημοκρατικό πρόγραμμα για το κράτος και τη διοίκηση.
* Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Α’ Αθήνας, πρ. αναπλ. υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης
Κριτική στο νομοσχέδιο για το «επιτελικό κράτος»
Έντονη κριτική ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση αναφορικά με το Νόμο 4622/2019 (ΦΕΚ A’ 133/07.08.2019) Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης, με πηγές να αναφέρουν, ότι ενώ είναι υπαρκτή η ανάγκη ενός σ/ν για την αναδιοργάνωση των κυβερνητικών οργάνων και τη βελτίωση του συντονισμού του κυβερνητικού έργου, ωστόσο «η νέα κυβέρνηση αντί να κινηθεί με σοβαρότητα σε μια τέτοια κατεύθυνση, επέλεξε τελικά να ανεβάσει θεατρική παράσταση υπό τον τίτλο “επιτελικό κράτος”». Διότι, προσθέτουν, «το νομοσχέδιο που κατέθεσε, αντί να απλοποιεί τις παρούσες δομές διακυβέρνησης, προσθέτει νέες και μεταφέρει αρμοδιότητες κατά τρόπο που θα εντείνει υπαρκτά προβλήματα».
Οι πηγές του ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουν πως «ο στόχος του Νόμου 4622/2019 (ΦΕΚ A’ 133/07.08.2019) Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης είναι διττός και προφανής: αφενός η συγκέντρωση κρίσιμων υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων στον ίδιο τον πρωθυπουργό και αφετέρου η ολική επαναφορά του κράτους της Δεξιάς με το βόλεμα κατά το δυνατόν περισσότερων ημετέρων». Σχολιάζουν δε πως «αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η προετοιμασία το σ/ν έγινε εν κρυπτώ και χωρίς να συμμετέχουν σε αυτή οι αρμόδιοι θεσμικοί, κοινωνικοί και επαγγελματικοί φορείς, όπως βεβαίως και τα καθ’ ύλην αρμόδια στελέχη της δημόσιας διοίκησης».
Ειδικότερα, με εκτενές άτυπο σημείωμα, οι ίδιες πηγές επικεντρώνουν την κριτική σε έξι βασικά σημεία.
Πρώτον, αναφέρεται, «αντί για αποκομματικοποίηση και ανεξαρτησία της δημοσιάς διοίκησης, θεσμοθετείται η παλινόρθωση του κομματικού κράτους με διορισμούς ημετέρων:
- Το νομοσχέδιο καταργεί τις εμβληματικές διατάξεις του ν. 4369/16 περί αποκομματικοποίησης της διοίκησης. Συγκεκριμένα καταργείται το Μητρώο Επιτελικών Στελεχών, οι διοικητικοί και τομεακοί γραμματείς των υπουργείων (που θεσπίστηκαν σε αντικατάσταση των μετακλητών κομματικών γενικών γραμματέων) καθώς και οι προβλέψεις για την κάλυψη των θέσεων προέδρων, διευθυνόντων συμβούλων και γενικά των μελών της Διοίκησης των Νομικών Προσώπων του Κράτους με ανοιχτές και αντικειμενικές διαδικασίες. Η ΝΔ επιθυμεί την επιστροφή στο γνωστό αμαρτωλό παρελθόν της πλήρους κομματικοποίησης του κρατικού μηχανισμού.
- Επίσης, με τις μεταβατικές διατάξεις το άρθρου 115 τοποθετούνται προϊστάμενοι στις υπηρεσίες συντονισμού των υπουργείων με μόνη απόφαση το οικείου υπουργού, χωρίς κριτήρια και διαδικασία αξιολόγησης. Ομοίως στις οργανικές μονάδες των γενικών γραμματειών Νομικών και Κοινοβουλευτικών Θεμάτων και Συντονισμού τοποθετούνται προϊστάμενοι με μόνη απόφαση των οικείων γενικών γραμματέων χωρίς κριτήρια και διαδικασία αξιολόγησης».
«Με δυο λόγια», σχολιάζουν οι πηγές της Κουμουνδούρου, «ο κ. Μητσοτάκης και η ΝΔ επανέρχονται στις γνωστές πρακτικές του παρελθόντος: Διορίζουμε σε θέσεις ευθύνης τα δικά μας παιδιά χωρίς καμιά διαδικασία! Και μιλάνε για αποκομματικοποίηση της διοίκησης!».
Δεύτερον, «αντί για σύγχρονες δομές διακυβέρνησης και συντονισμού, θεσπίζεται η ενός ανδρός αρχή: αυτή του πρωθυπουργού:
- Με τη δημιουργία της Προεδρίας της Κυβέρνησης δημιουργείται ένα γραφειοκρατικό τέρας καθώς αυξάνονται οι γενικές γραμματείες του πρωθυπουργού με τη διάσπαση της γενικής γραμματείας Συντονισμού σε δύο γραμματείες, την υπαγωγή της γενικής γραμματείας Ενημέρωσης απευθείας στον πρωθυπουργό (άρα ΕΡΤ, ΑΠΕ κλπ), τη δημιουργία νέας ειδικής γραμματείας Παρακολούθησης του ΟΠΣ του Κυβερνητικού έργου και τη δημιουργία Γραφείου Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και Γραφείο Παρέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
- Κατά την πρώτη λειτουργία της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (βλ. και παρακάτω) ο διοικητής της ορίζεται με απόφαση του ΠΘ χωρίς ανοιχτή και αντικειμενική διαδικασία, και με τη σειρά του διορίζει τους προϊσταμένους της αρεσκείας του, αφού προηγουμένως θα έχουν καθαιρεθεί οι νομίμως υπηρετούντες Προϊστάμενοι των φορέων που συνενώνονται! Δηλαδή η πολυδιαφημισμένη ως “ανεξάρτητη αρχή” διαφάνειας ελέγχεται πλήρως από τον πρωθυπουργό, με πρώτη πράξη την καθαίρεση των νομίμως υπηρετούντων προϊσταμένων.
- Αν συνυπολογίσουμε ότι στον πρωθυπουργό υπάγεται πλέον και η ΕΥΠ, δημιουργείται ένα υπερσυγκεντρωτικό σύστημα καθώς όλες οι κρίσιμες αρμοδιότητες και λειτουργίες του κράτους, υπάγονται πλέον, απευθείας στον πρωθυπουργό απαξιώνοντας και υποβαθμίζοντας πλήρως το ρόλο της κυβέρνησης και του διοικητικού συστήματος. Η Προεδρία της κυβέρνησης αποτελεί νεκρανάσταση μιας έννοιας ταυτισμένης με το βαθύ συγκεντρωτικό και αυταρχικό κράτος περασμένων εποχών».
Τρίτον, «αντί για ενίσχυση των αξιόπιστων και ανεξάρτητων δομών ελέγχου, ανατίθεται ελεγκτικό έργο σε ιδιώτες χωρίς κανένα εχέγγυο ανεξαρτησίας», καθώς, όπως αναφέρεται στο non paper του ΣΥΡΙΖΑ, «σύμφωνα με τις προβλέψεις του σ/ν, οι θέσεις των προϊστάμενων των οργανικών μονάδων της ΕΑΔ μπορεί να καλύπτονται είτε από ιδιώτες είτε από δημοσίους υπαλλήλους». «Προφανώς», συνεχίζει, «η ρύθμιση αυτή αποτελεί πιλότο και για τον υπόλοιπο δημόσιο τομέα. Έτσι ο κ. Μητσοτάκης πιστός στις ακραία νεοφιλελεύθερες απόψεις του επιχειρεί να αλλοιώσει τον δημόσιο χαρακτήρα των πιο κρίσιμων υπηρεσιών του ελληνικού κράτους, ακόμη και των ελεγκτικών υπηρεσιών του κράτους».
Τέταρτον, «αντί για καλή νομοθέτηση, η κυβέρνηση της ΝΔ εγκαινιάζει το νομοθετικό της έργο χωρίς δημόσια διαβούλευση και επεξεργασία από την ΚΕΝΕ, ερήμην της δημόσιας διοίκησης και των κοινωνικών φορέων:
- Είναι απαράδεκτο το γεγονός ότι για μία νομοθετική παρέμβαση αυτής της εμβέλειας δεν υπήρξε δημόσια διαβούλευση. Επίσης, το ν/σ δεν έχει υποβληθεί σε καμία απολύτως επεξεργασία από την Κεντρική Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή (ΚΕΝΕ), όπως είχε γίνει με όλα τα μείζονος θεσμικής σημασίας νομοθετήματα της προηγούμενης βουλευτικής περιόδου. Η ΚΕΝΕ, ανεξάρτητο σώμα δικαστικών λειτουργών και καθηγητών πανεπιστημίου που λειτουργεί στη Γ.Γ. της Κυβέρνησης, έχει καθιερωθεί ως μείζων εγγύηση καλής νομοθέτησης. Η αγνόησή της δείχνει πώς εννοεί τον σεβασμό στους θεσμούς η κυβέρνηση Μητσοτάκη».
- Επ’ αυτών αναφέρεται πως «η κυβέρνηση επιχειρεί να ρυθμίσει κρίσιμα θεσμικά ζητήματα απαξιώνοντας πλήρως τον δημόσιο διάλογο και τους αρμόδιους επιστημονικούς φορείς» και ότι «τελικά υπό το βάρος της γενικής κατακραυγής, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να αναρτήσει το νομοσχέδιο στο opengov.gr, τα μεσάνυχτα της 25ης Ιουλίου και ενώ αυτό είχε ήδη κατατεθεί στη Βουλή».
Πέμπτον, «διαφημίζονται ως τομές, διατάξεις που κατά βάση επαναλαμβάνονται». Αναφέρουν ειδικότερα ότι «διατάξεις που διαφημίζονται και είναι πράγματι θετικές, όπως για παράδειγμα οι διατάξεις για τη σύγκρουση συμφερόντων και για την καλή νομοθέτηση, αποτελούν ως επί τω πλείστον επανάληψη ήδη υπαρκτών διατάξεων». Με αφορμή αυτά τα δύο παραδείγματα σχολιάζουν πως φαίνεται ότι «η κυβέρνηση έχει φροντίσει ήδη να τις παραβιάσει στην πράξη. Την καλή νομοθέτηση με την έλλειψη ουσιαστικής διαβούλευσης για την προετοιμασία του παρόντος νομοσχεδίου. Τη σύγκρουση συμφερόντων με την τοποθέτηση σε κυβερνητικές θέσεις εκπροσώπων συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων».
Έκτον, «παντελής έλλειψη ολοκληρωμένης στρατηγικής για τη Δημόσια Διοίκηση».
- Ο ΣΥΡΙΖΑ τονίζει ότι «το ν/σ καταργεί πρόσφατους νόμους και μεταρρυθμιστικές προσπάθειες για την ανασυγκρότηση της δημόσιας διοίκησης πριν ακόμη αξιολογηθεί η εφαρμογή τους». Ως χαρακτηριστικά παραδείγματα αναφέρει τον νόμο 4369/16 και τις προβλέψεις του για Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών,τον νόμο 4606/2019 για την Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης, το Παρατηρητήριο της Δημόσιας Διοίκησης, τον πολυετή στρατηγικό προγραμματισμών των προσλήψεων κ.α. «Τα παραπάνω σε συνδυασμό με την κατάργηση του υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης εντείνουν την ανησυχία μας ότι η νέα κυβέρνηση δεν διαθέτει μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τη δημόσια διοίκηση πέραν από την κατάληψη του κράτους και έξω από κάθε κανόνα και δημοκρατικό έλεγχο», συμπληρώνουν.
«Το προσωπείο του φιλελεύθερου εκσυγχρονισμού έχει ήδη καταρρεύσει», σχολιάζουν συμπερασματικά οι πηγές του ΣΥΡΙΖΑ.