Διαβάστε περισσότερα: Άρθρα neapnyka-post-rss | Σχόλια neapnyka-comments-rss

Η Ελλάδα βιώνει κραχ ανεργίας, λέει ο Σάββας Ρομπόλης του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ

Comments Off on Η Ελλάδα βιώνει κραχ ανεργίας, λέει ο Σάββας Ρομπόλης του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ
Η Ελλάδα βιώνει κραχ ανεργίας, λέει ο Σάββας Ρομπόλης του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ

Ήδη από το πρώτο τρίμηνο του 2011 οι απασχολούμενοι στη χώρα είναι λιγότεροι από τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό συνθήκη που συνιστά «κραχ ανεργίας» εξηγεί o Σάββας Ρομπόλης καθηγητής Πανεπιστημίου και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας των δύο μεγαλύτερων συνδικάτων της χώρας, στην εφ’ όλης της ύλης συνέντευξή του στο in.gr.

Λίγες ημέρες μετά την Πρωτομαγιά και ώρες πριν την νέα γενική απεργία των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, τονίζει ότι φέτος το βασικό μήνυμα για σταθερή δουλειά με εργασιακά, ασφαλιστικά δικαιώματα και αξιοπρεπές εισόδημα είναι πιο επίκαιρο από ποτέ, με τις προβλέψεις για την εξέλιξη της ανεργίας, αλλά και για την ποιότητα της όποιας απασχόλησης τα επόμενα χρόνια να είναι εφιαλτικές.

Με την κυριαρχία των ελαστικών μορφών απασχόλησης «σ’ ένα πρότυπο καπιταλισμού ασιατικού τύπου» θα αυξάνεται, όπως υποστηρίζει, ο αριθμός των ανθρώπων που θα ζουν σε συνθήκες φτώχειας παρά το γεγονός ότι θα έχουν εργασία, ενώ προειδοποιεί ότι στην αύξηση των φτωχών θα συμβάλλει και η επικείμενη σύνδεση των επιδομάτων με εισοδηματικά κριτήρια.

Ο καθηγητής Οικονομικών Κοινωνικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, εισάγει ακόμη την έννοια της «άνεργης ανάκαμψης» εξηγώντας ότι με την ακολουθούμενη οικονομική και αναπτυξιακή πολιτική δεν δημιουργούνται θέσεις εργασίας, οπότε η όποια -έστω μικρή- ανάκαμψη όποτε και αν αυτή έρθει δεν θα συνδυαστεί με ουσιαστική μείωση της ανεργίας.

Δεδομένων των παραπάνω, οργή προκαλεί ότι ακόμη και τώρα που η ύφεση έχει χτυπήσει κόκκινο και οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για πραγματική ανεργία 22% στο τέλος του έτους, που σημαίνει ότι περισσότεροι από 1.000.000 άνθρωποι δεν θα έχουν δουλειά, το επίσημο κράτος δεν φαίνεται να αξιοποιεί τα εργαλεία που έχει στα χέρια του προκειμένου να αναδιοργανώσει και να αξιοποιήσει καλύτερα την παραγωγική βάση δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας, συνθήκες ανάπτυξης και αναδιανομής του εισοδήματος.

Όπως επιβεβαιώνει ο κ. Ρομπόλης, οι κυβερνήσεις δεν αξιοποίησαν ποτέ τις εξειδικευμένες πάνω σε αυτά τα θέματα μελέτες και προτάσεις του Ινστιτούτου. Σοκάροντας δε ακόμη περισσότερο προσθέτει: «οι μόνοι που δείχνουν ενδιαφέρον και μιλούν για υλικό που πρέπει να μελετηθεί και να αξιοποιηθεί είναι οι διεθνείς οργανισμοί και οι δανειστές μας».

Τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του μνημονίου η ελληνική αγορά εργασίας γύρισε 20 χρόνια πίσω λέει χαρακτηριστικά, απαριθμώντας τα θεμελιώδη δικαιώματα και κατακτήσεις που ήδη χάθηκαν ή κινδυνεύουν να καταπατηθούν.

«Όλα αυτά η Ελλάδα από άποψη ποιότητας και παραγωγικότητας θα τα πληρώσει πολύ ακριβά στο μέλλον», προειδοποιεί και εξηγεί ότι πέραν των άλλων κρίσιμων κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων, η χώρα κινδυνεύει να μείνει μόνο με χαμηλής εξειδίκευσης εργαζόμενους με ό,τι αρνητικό αυτό συνεπάγεται για την ανάπτυξη και την οικονομία.

Εξηγεί γιατί οι συνταγές του μνημονίου και της τρόικας είναι εκ προοιμίου καταδικασμένες στην αποτυχία, προσθέτοντας χαρακτηριστικά: «μεθοδολογικά αντιμετωπίζουν τη χώρα ως επιχείρηση, υπολογίζοντας μόνο έσοδα-δαπάνες, αλλά η οικονομία δεν λειτουργεί μόνο με έσοδα και δαπάνες».

Παραθέτει δε συγκεκριμένα στοιχεία και μελέτες που αποδεικνύουν ότι όσο και αν εξαθλιωθούν οι Έλληνες εργαζόμενοι, ο στόχος για αύξηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας δεν πρόκειται να επιτευχθεί. Γιατί απλούστατα, όπως τονίζει με έμφαση, η χαμηλή ανταγωνιστικότητα δεν οφείλεται στο κόστος εργασίας.

Η μόνη λύση που μπορεί να εξασφαλίσει διέξοδο από την κρίση είναι η ανασύσταση της παραγωγικής βάσης και η δίκαιη αναδιανομή εισοδήματος υποστηρίζει ο κ. Ρομπόλης και αναλύει την άποψή του για μετάβαση από την οικονομία της αγοράς στην οικονομία της αλληλεγγύης, κατεύθυνση που -όπως λέει- πρέπει να ακολουθηθεί και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Με την ανεργία να έχει πλήξει ήδη 23 εκατ. εργαζόμενους κανείς στην Ευρώπη δεν μπορεί να είναι ήσυχος, τονίζει.

«Στην ουσία έχουμε στην ΕΕ ένα 28ο κράτος-μέλος, διπλάσιο σε πληθυσμό από την Ελλάδα, το ‘κράτος των ανέργων’».

Τέλος ο Σάββας Ρομπόλης στην συνέντευξή του, που αποτελεί αξονική τομογραφία της οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας που βιώνουμε, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τις επιπτώσεις μια αναδιάρθρωσης -έστω και ήπιας- στην περιουσία των ήδη ελλειμματικών ασφαλιστικών ταμείων.

Βιώνουμε κραχ ανεργίας, ενώ και μετά το 2012 η όποια ανάκαμψη προβλέπεται …άνεργη
Η ανεργία έχει ήδη εκτιναχθεί στο 15%, ενώ οι προβλέψεις σας μιλούν για 22% στο τέλος του έτους. Βρισκόμαστε στα πρόθυρα ενός «κραχ ανεργίας»;

Βιώνουμε ήδη ένα κραχ ανεργίας! Εμείς θεωρούμε ότι αυτό που συμβαίνει ήδη από το πρώτο τρίμηνο του 2011, δηλαδή ο αριθμός των απασχολουμένων (περίπου 4,26 εκατ. άτομα) να είναι μικρότερος από τον αριθμό των μη απασχολουμένων (περίπου 4,30 εκατ. άτομα) διαμορφώνει συνθήκες κραχ ανεργίας.

Και τι σημαίνει αυτό για την αγορά εργασίας, την κοινωνική συνοχή, τα ταμεία, την οικονομία…

Κατ’ αρχήν σημαίνει, από άποψη συστήματος και παραγωγής πλούτου, ότι όλο και λιγότεροι άνθρωποι θα εργάζονται και θα παράγουν πλούτο για να συντηρούν περσσότερους. Αυτό σημαίνει μείωση του βιοτικού επιπέδου.

Συνθήκη που δυσχεραίνει πολύ -αν δεν καθιστά αδύνατη- την έξοδο από την κρίση…

Σαφώς. Στην καλύτερη περίπτωση αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να καθυστερήσουμε δραματικά να βγούμε από την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε.

Έχετε εκφράσει έντονο προβληματισμό και για τις ηλικιακές ομάδες που πλήττει κυρίως η ανεργία (νέους και γυναίκες) αλλά και για την ραγδαία αύξησή της από μήνα σε μήνα…

Ναι, γιατί αυτό δείχνει ότι από μήνα σε μήνα μειώνονται δραστικά οι θέσεις εργασίας, κλείνουν με ραγδαίο ρυθμό ή συρρικνώνουν τη δραστηριότητά τους επιχειρήσεις.

Το πρώτο τρίμηνο του έτους ο αριθμός αυτό ήταν σημαντικός. Τώρα βέβαια από τον Απρίλιο και μέχρι τον Σεπτέμβριο, οπότε θα επανέλθει σε αυξητικά επίπεδα, εκτιμούμε ότι θα κρατηθεί σε μία στασιμότητα η ανεργία, λόγω της αύξησης του τουρισμού και των προσλήψεων από τις τουριστικές επιχειρήσεις.

Βέβαια σε ό,τι αφορά την ποιότητα αυτών των θέσεων εργασίας, οι περισσότερες αφορούν ελαστικές μορφές με τετράωρα και τρίωρα, μειωμένη ασφάλιση ή και χωρίς ασφάλιση κτλ

Ουσιαστικά δηλαδή μιλάμε για πλασματική μείωση της ανεργίας μέσω ημιαπασχόλησης και χαρτζιλικιού αντί μισθού…

Σωστά. Δυστυχώς η πλήρης σταθερή απασχόληση με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα είναι πλέον δυσεύρετη.

Ανεργία και ελαστικότητα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα, αλλά και εκρηκτικό μείγμα για τα ασφαλιστικά ταμεία…

Αυτό είναι κρίσιμο θέμα που οι συντάκτες του Μνημονίου δεν το αποτιμούν σωστά, επειδή η θεωρητική – νεοκλασική έμπνευσή τους, τούς κάνει να αντιλαμβάνονται την οικονομία ως μία επιχείρηση και αυτό που τους απασχολεί είναι τα έσοδα και οι δαπάνες. Αλλά μια οικονομία δεν λειτουργεί μόνο με έσοδα και δαπάνες. Είναι περισσότερο σύνθετη, πολυδιάστατη και πολύπλοκη η λειτουργία της.

Στις εκτιμήσεις που έχουν κάνει για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, δεν έχουν μετρήσει τις επιπτώσεις των πολιτικών αυτών στην ανεργία, στην παραγωγικότητα, στα ασφαλιστικά ταμεία.

Γιατί με τα Ταμεία το ζήτημα δεν είναι μόνο αν υπερβούμε το ένα εκατομμύριο ανέργους, αλλά και στο ότι αυτό προκαλεί διαρροή πόρων από την κοινωνική ασφάλιση 5 δισ. ευρώ το χρόνο. Αν φθάσουμε σε 1 εκατομμύριο αδήλωτη και ανασφάλιστη εργασία, θα έχουμε άλλα 5 δισ. ευρώ απώλεια.

Το ΙΚΑ εκτιμά ότι το 2011 οι μισθοί των ασφαλισμένων του θα μειωθούν 6%. Αυτή η μείωση προκαλεί επιπλέον απώλειες στο συγκεκριμένο ταμείο για το 2011, 700 εκατομμύρια ευρώ.

Επομένως, βλέπει κανείς με βάση μια προσέγγιση κόστους – οφέλους, ακόμα και αν μπει στη λογική των μέτρων λιτότητας, ποιο είναι το όφελος από τα μέτρα αυτά και ποιο είναι το κόστος που έχουν.

Ακόμη κι αν μείνουμε σε ονομαστικούς και νομισματικούς υπολογισμούς και δεν μιλήσουμε με όρους απασχόλησης, ανεργίας, συρρίκνωσης δικαιωμάτων, ακόμα και από αυτή την άποψη, το κόστος αυτών των μέτρων είναι πολλαπλάσιο από το όφελος

Γιατί η ΓΣΕΕ υποστηρίζει ότι τα επίσημα στατιστικά στοιχεία δεν καταγράφουν την πραγματική ανεργία;

Καταρχήν να αποσαφηνισθεί ότι δεν είναι θέμα των στατιστικών αρχών και επομένως της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ). Άλλωστε εμείς την έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ την αποδεχόμαστε από άποψη τεχνική, μεθοδολογική και επιστημονική.

Το ζήτημα προκύπτει από τις αποφάσεις που λήφθηκαν σε επίπεδο αρχηγών-κρατών σχετικά με το ποιες περιπτώσεις καταγράφονται ως άνεργοι και ποιες όχι.

Για παράδειγμα στο ερωτηματολόγιο της έρευνας εργατικού δυναμικού ένα από τα ερωτήματα είναι: «την προηγούμενη εβδομάδα εργαστήκατε;». Αν ο ερωτώμενος έχει εργαστεί ακόμη και μία ώρα, με βάση τον επίσημο ορισμό δεν καταγράφεται στους άνεργους, αλλά στους απασχολούμενους. Ακόμη θεωρούν απασχολούμενους την πρακτική άσκηση (stage), την οποία εμείς θεωρούμε συγκαλυμμένη ανεργία.

Δηλαδή στα επίσημα στατιστικά στοιχεία το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ προσθέτει ένα 5% γιατί η έρευνα εργατικού δυναμικού της Στατιστικής Αρχής θεωρεί ότι το ποσοστό αυτό συμπεριλαμβάνεται στην απασχόληση και όχι στην ανεργία.

Ειδικότερα, το 1% από αυτό αφορά εργαζόμενους που εργάζονταν την προηγούμενη εβδομάδα έστω και μία ώρα, τους οποίους εμείς θεωρούμε ανέργους. Το άλλο 1% αφορά την πρακτική άσκηση (stage). Το υπόλοιπο 3%, σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει είτε στο Πάντειο είτε στην ΑΣΟΕΕ, αφορά αυτό που ονομάζουμε «λανθάνουσα ανεργία». Για την ακρίβεια είναι 3,5%. Πρόκειται για την κατάσταση όπου η μακροχρόνια ανεργία έχει απογοητεύσει τους ανέργους και πλέον δεν αναζητούν εργασία. Η Στατιστική Αρχή τούς δηλώνει ως οικονομικά μη ενεργούς, ενώ εμείς τους θεωρούμε άνεργους, διότι είναι 45, 50, 55, 60 ετών και δεν γίνεται να τους θεωρήσεις οικονομικά μη ενεργούς.

Οι πολιτικές απασχόλησης της κυβέρνησης μέσω προγραμμάτων του ΟΑΕΔ, συγκρατούν όντως την ανεργία;

Είναι περιορισμένη η συμβολή τους, όπως έχει αποδειχτεί στην πράξη, άλλα και από επιστημονικές μελέτες. Όλη αυτήν την περίοδο των τελευταίων 20 ετών εφαρμόζονται κυρίως πολιτικές απασχόλησης που στηρίζονται σε προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης ή επιδοτήσεων.

Όμως από τις αξιολογήσεις που γίνονται στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, προκύπτει ότι η συμβολή τους στην ενίσχυση της απασχόλησης και στη μείωση της ανεργίας δεν ήταν ιδιαίτερα αξιόλογη, σε σχέση βέβαια πάντα με τους πόρους που δαπανώνται.

Και γιατί εμμένουν σε αυτές;

Γιατί από τη δεκαετία του ’90, με την επικράτηση της αντίληψης της απελευθέρωσης των αγορών, μετέφεραν τεχνικά τον τομέα της απασχόλησης από το μακροοικονομικό μοντέλο της οικονομίας, που συνδέεται με την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, στο μικροοικονομικό επίπεδο, δηλαδή στο επίπεδο της επιχείρησης.

Ως εκ τούτου άρχισαν να εφαρμόζονται πολιτικές απασχόλησης βασιζόμενες στην επαγγελματική κατάρτιση, στην επιδότηση απασχόλησης κτλ, οι οποίες στην ουσία δεν κάνουν τίποτα άλλο από μια διευθέτηση των ανισορροπιών στην αγορά εργασίας.

Εμείς, λοιπόν, πιστεύουμε ότι αν θέλουμε να μιλήσουμε για ουσιαστική και αποτελεσματική πολιτική απασχόλησης θα πρέπει ο τομέας της απασχόλησης να ενταχθεί και πάλι στο μακροοικονομικό πεδίο και να συνδεθεί με την ανάπτυξη και τις επενδύσεις (δημόσιες και ιδιωτικές). Βεβαίως πρόκειται για ένα κεντρικό ευρωπαϊκό και όχι ελληνικό πρόβλημα σε ό,τι αφορά τις επιλογές σε επιστημονικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο εφαρμοζόμενων πολιτικών.

Η σύνδεση των επιδομάτων -ίσως τελικά και αυτού της ανεργίας- με εισοδηματικά κριτήρια, τι συνέπειες εκτιμάται ότι θα έχει με ανεργία στο 22%;

Η έρευνα, και η δική μας και η ευρωπαϊκή, έχει δείξει ότι όταν στα επιδόματα (ανεργίας, προνοιακά, πολυτεκνικά κτλ) εφαρμόζονται εισοδηματικά κριτήρια αυξάνεται ο αριθμός των φτωχών.

Δηλαδή με τη θέσπιση εισοδηματικών κριτηρίων στη χορήγηση επιδομάτων, σαφώς θα εξοικονομηθούν πόροι, αλλά από τον επόμενο κιόλας χρόνο θα αυξηθεί και ο αριθμός των φτωχών στη χώρα μας.

Αν δε προστεθούν και περιουσιακά κριτήρια, υπολογίζονται δηλαδή και τα εν δυνάμει εισοδήματα (τεκμαρτά και όχι πραγματικά) που θα μπορούσε κάποιος να έχει πχ γιατί διαθέτει ένα κτήμα στο χωριό που θα μπορούσε αν το καλλιεργούσε ή το πωλούσε να έχει εισόδημα, τότε ο αριθμός των δικαιούχων του ΕΚΑΣ ή άλλων επιδομάτων θα μειωθεί δραματικά, κάτι που εκτός από άδικο θα είναι και επικίνδυνο για την κοινωνική συνοχή.

Πρέπει η Πολιτεία να εξετάσει σοβαρά όλες τις παραμέτρους πριν ληφθούν οι τελικές αποφάσεις.

Υπό τις παρούσες συνθήκες, πότε προβλέπετε να αρχίσει η αποκλιμάκωση της ανεργίας;

Εκτιμούμε ότι η επίσημη ανεργία στο τέλος του 2011 θα ανέλθει στο επίπεδο του 17%-18%. Επομένως η πραγματική θα κυμανθεί στα επίπεδα του 22-23%.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις μας επιστροφή του ποσοστού ανεργίας στα επίπεδα προ κρίσης, δηλαδή σε αυτά του 2008 που ήταν βεβαίως επίσης υψηλά διαμορφούμενα στο 7,8%, θα σημειωθεί το 2022.

Περισσότερα από δέκα χρόνια, ενώ υποτίθεται ότι η επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης -έστω και μικρούς- θα σημειωθεί από το 2012. Αυτό εννοείτε όταν μιλάτε για «άνεργη ανάκαμψη»;

Ακριβώς. Τα επόμενα χρόνια σε ελληνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, θα παρουσιάζεται σταδιακός και χαμηλός ρυθμός ανάπτυξης, ο οποίος όμως θα συνδυάζεται με την ύπαρξη υψηλού επιπέδου ανεργίας (άνεργη ανάκαμψη).

Για την Ελλάδα για παράδειγμα, υπάρχει πρόβλεψη του ΟΑΣΑ βάσει της οποίας μέχρι το 2025 θα σημειώνεται κατά μέσο όρο μια αύξηση του ΑΕΠ 1,5%.

Ακόμη και 2% ή 2,5% να είναι ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ, δεν θα μπορέσει να απορροφήσει το απόθεμα ανεργίας που έχει αφήσει η κρίση.

Κι αυτό το στηρίζω στο εξής: από τη βάση δεδομένων που διαθέτουμε στο Ινστιτούτο αποδεικνύεται ότι από το 1990 έως το 2008, που είχαμε ρυθμούς ανάκαμψης 3% και 3,5% εισέρχονταν ετησίως από το εκπαιδευτικό σύστημα στην αγορά εργασίας, αναζητώντας εργασία, από 78.000 έως 82.000 άτομα. Η ελληνική οικονομία όλη αυτήν την περίοδο ανάκαμψης απορροφούσε ετησίως από 38.000 μέχρι 42.000 άτομα. Μόνο τις παραμονές των Ολυμπιακών Αγώνων η απορρόφηση έφτασε τις 46.000 άτομα.

Επομένως, κάθε χρόνο η ελληνική οικονομία αφήνει ένα «απόθεμα ανέργων» κατά μέσο όρο της τάξης των 40.000 ατόμων. Με ύφεση 4,5% του ΑΕΠ πέρυσι και 4% φέτος καταλαβαίνει κανείς πόσο έχει διογκωθεί ο αριθμός των ανέργων και ότι είναι ακατόρθωτο με ρυθμό αύξησης της απασχόλησης 1,5% τον χρόνο, όσο υπολογίζεται ότι θα είναι την περίοδο 2015-2025, το απόθεμα αυτό να απορροφηθεί μέχρι το 2020.

Η διόγκωση δε αυτού του «αποθέματος των ανέργων» απειλεί ευθέως την βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων. Γιατί μέχρι το 2008 υπήρχε, όπως σας είπα, μια εισροή στην αγορά εργασίας 40.000 ατόμων, υπήρχε μια εκροή συνταξιούχων επίσης 40.000 και με τον τρόπο αυτό το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης διατηρούνταν σε μια σχετική ισορροπία, η οποία υπό τις παρούσες συνθήκες ανατρέπεται πλήρως.

Για αυτό τονίζω ότι χρειάζεται αλλαγή στις πολιτικές απασχόλησης, σύνδεσή της με την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, ώστε να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.

Οφείλουν οι υπεύθυνοι για την οικονομική πολιτική να προβληματιστούν σοβαρά προς αυτήν την κατεύθυνση και να δημιουργήσουν συνθήκες για νέα επιχειρηματική δραστηριότητα και νέες επενδύσεις. Δεν υπάρχει άλλη λύση.

Ούτε η πράσινη ανάπτυξη, το «ευαγγέλιο» της κυβέρνησης, πιστεύετε ότι θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας;

Σύμφωνα με μελέτη που έχουμε ξεκινήσει εδώ και δύο χρόνια με μία ομάδα εργασίας του Αστεροσκοπείου και μία ομάδα εργασίας του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και η οποία βρίσκεται προς το τέλος της, προκύπτει ότι ο αριθμός των θέσεων εργασίας (άμεσες και έμμεσες) που θα δημιουργηθούν δεν είναι σημαντικός.

Με βάση τις εκτιμήσεις μας οι άμεσες και έμμεσες θέσεις που θα προκύψουν από την πράσινη ανάπτυξη θα είναι συνολικά περίπου 98.000 το χρόνο για την επόμενη δεκαετία, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι θα γίνουν και ανάλογες επενδύσεις.

Σε αυτή την συνθήκη βασίζονται οι εκτιμήσεις μας, ότι δηλαδή θα γίνουν επενδύσεις π.χ. για πράσινη κατοικία, για πράσινη γεωργία, ξενοδοχεία κ.ά. Μελετούμε δηλαδή το νέο πεδίο επενδυτικών δραστηριοτήτων που δημιουργείται και εκτιμούμε τις θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν ανάλογα με το πόσο θα αξιοποιηθούν οι νέες αυτές δυνατότητες.

Πάντως το σημαντικό και η θετική συμβολή της πράσινης ανάπτυξης στην αγορά εργασίας δεν σχετίζεται τόσο με τον αριθμό των θέσεων που δημιουργεί, όσο με την ποιότητα τους. Γιατί αναφέρονται σε θέσεις υψηλής εξειδίκευσης. Και από αυτήν την άποψη είναι σημαντικό, καθώς εκτός των άλλων θα παραμείνουν εξειδικευμένοι εργαζόμενοι στη χώρα μας.