Πώς θα υπολογίζεται ο κατώτατος μισθός

Αλλαγή σελίδας επέρχεται, έπειτα από πολλές δεκαετίες, στον τρόπο καθορισμού του κατώτατου μισθού, σύμφωνα με τον νέο μηχανισμό προσδιορισμού του, ο οποίος περιγράφεται στις διατάξεις του πολυνομοσχεδίου. Η νέα διαδικασία τίθεται σε εφαρμογή εντός του 2016 και θα καθορίσει τον κατώτατο μισθό που θα ισχύσει την 1η Ιανουαρίου 2017. Ως τότε, ο υπουργός Εργασίας κ. Γ. Βρούτσης διαβεβαιώνει ότι θα συνεχίσει να ισχύει το όριο των 586,08 ευρώ. Ταυτοχρόνως, ο υπουργός ξεκαθαρίζει προς τους εργοδότες ότι η Πολιτεία δεν παρεμβαίνει στη διαμόρφωση του ύψους των αμοιβών που συμφωνούν τα δύο μέρη, ωστόσο «καμία αμοιβή δεν μπορεί να είναι χαμηλότερη των 586,08 ευρώ». Στη διάταξη του νομοσχεδίου σημειώνεται πως «δεν επιτρέπονται μηνιαίες τακτικές αποδοχές ή ημερομίσθιο πλήρους απασχόλησης, υπολειπόμενες από το νομοθετικώς καθορισμένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο ή της αντίστοιχης προκύπτουσας αναλογίας για τις συμβάσεις μερικής απασχόλησης». Την τελική ευθύνη καθορισμού του κατώτατου μισθού, με τη νέα διαδικασία, έχει ο εκάστοτε υπουργός Εργασίας, ο οποίος το τελευταίο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου κάθε έτους θα καταθέτει πρόταση νόμου με το ύψος του κατώτατου μισθού που θα ισχύσει το επόμενο έτος. Θα έχει προηγηθεί διαβούλευση μεταξύ εργοδοτών, εργαζομένων, αλλά και επιστημονικών φορέων και θα έχει συνταχθεί σχετικό πόρισμα με προτάσεις, οι οποίες ωστόσο δεν θα έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα για την τελική απόφαση του υπουργού Εργασίας. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι για τη διαμόρφωση του νέου κατώτατου μισθού θα λαμβάνεται υπόψη «η κατάσταση της οικονομίας, οι προοπτικές της για ανάπτυξη από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών και της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης, του ποσοστού της ανεργίας, των εισοδημάτων και μισθών».
- Τη διαβούλευση μεταξύ κυβέρνησης, κοινωνικών εταίρων, αλλά και των επιστημονικών φορέων συντονίζει τριμελής επιτροπή με πρόεδρο τον εκάστοτε πρόεδρο του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ) και δύο εκπροσώπους – του υπουργού Οικονομικών και του υπουργού Εργασίας.
- Οι «κοινωνικοί εταίροι» που λαμβάνουν μέρος στη διαβούλευση είναι οι οργανώσεις που μέχρι πρότινος υπέγραφαν την εθνική σύμβαση, δηλαδή η ΓΣΕΕ, ο ΣΕΒ, η ΓΣΕΒΕΕ και η ΕΣΕΕ, ενώ έχει προστεθεί και ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ).
- Οι επιστημονικοί ερευνητικοί και λοιποί φορείς που παρέχουν την επιστημονική συνδρομή τους είναι: η Τράπεζα της Ελλάδος, η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, ο Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ (ΙΝΕ-ΓΣΕΕ), το Ινστιτούτο ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, το Ινστιτούτο Βιομηχανικών και Οικονομικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), το Ινστιτούτο του ΣΕΤΕ (ΙΝΣΕΤΕ), το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ).
- Κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης λαμβάνεται υπόψη η τρέχουσα κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και οι προοπτικές της για ανάπτυξη από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών και της ανταγωνιστικότητας, καθώς και της απασχόλησης, του ποσοστού της ανεργίας, των εισοδημάτων και των μισθών.
- Ως το τέλος του μηνός Μαρτίου κάθε έτους οι επιστημονικοί φορείς συντάσσουν έκθεση με την αξιολόγηση του ισχύοντος κατώτατου μισθού και ημερομισθίου και με τις εκτιμήσεις τους για την προσαρμογή του «στις επίκαιρες οικονομικές συνθήκες».
- Ακολουθεί η διαβούλευση που ολοκληρώνεται στις 31 Μαΐου κάθε έτους, με τη σύνταξη του τελικού πορίσματος διαβούλευσης. Σε αυτό καταγράφονται οι προτάσεις των κοινωνικών εταίρων, τα σημεία συμφωνίας τους, αλλά και οι διαφωνίες τους.
- Το πόρισμα υποβάλλεται στους υπουργούς Εργασίας και Οικονομικών ως τις 10 Ιουνίου κάθε έτους, ενώ κοινοποιείται στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΟΚΕ) και στον Πρόεδρο της Βουλής.
- Ο υπουργός Εργασίας ως το τέλος του Ιουνίου υποχρεούται να φέρει στη Βουλή πρόταση νόμου με τον κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο, «λαμβάνοντας υπόψη το πόρισμα διαβούλευσης».